- δοθιήνας
- Φλεγμονή του θυλάκου της τρίχας που εξελίσσεται σε πυώδη συλλογή (απόστημα). Συνηθέστερα οφείλεται σε σταφυλόκοκκο και μπορεί να αναπτυχθεί σε οποιαδήποτε περιοχή του σώματος, εκτός από τις παλάμες και τα πέλματα όπου δεν υπάρχουν τρίχες. Η μόλυνση ευνοείται από γενική εξασθένιση του οργανισμού, τραύμα ή σακχαρώδη διαβήτη. Η συνάθροιση περισσότερων δ. σε μια περιορισμένη περιοχή του δέρματος σχηματίζει κοινή φλεγμονώδη διήθηση (ψευδάνθρακα), που όταν εντοπίζεται στην περιοχή του προσώπου αποκαλείται σύκωση. Αν υπάρχει τάση υποτροπής στην ίδια ή σε άλλες περιοχές του σώματος (δοθιήνωση) είναι απαραίτητος ο έλεγχος για υποκείμενη αιτία. Η θεραπευτική αγωγή περιλαμβάνει την τοπική ή συστηματική χορήγηση αντιβιοτικών και τη διευκόλυνση της ωρίμανσης και κένωσης του αποστήματος. Σε περίπτωση υποκείμενης αιτίας είναι αναγκαία η αντιμετώπισή της.
Dictionary of Greek. 2013.